9 Ιουνίου 2011

Ο Παγκόσμιος Οικονομικός Πόλεμος και η Ελλάδα (Μέρος 3ο)


Το κράτος ως δώρο στους τραπεζίτες

Κτίριο Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος
Η νέα Κομαντατούρ του κράτους της Φρανκφούρτης
Αυτή την στιγμή, το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας είναι πως ο συσσωρευμένος τόκος (δηλαδή τα πανωτόκια) στερεί το κράτος από την δυνατότητα του να εισπράττει εισόδημα μέσω της φορολογίας.

Αυτή η λειτουργία του κράτους δίνεται πλέον ελεύθερα ως δώρο από την ΕΕ στους τραπεζίτες. Τα μέτρα της συμφωνίας του Μεσοδιαστήματος προβλέπουν την εκχώρηση και την αξιοποίηση των ΔΟΥ και του φορολογικού μηχανισμού στις τράπεζες, οι οποίες θα υποκαταστήσουν το κράτος σε αυτό τον τομέα (και σε όλους του τομείς, ουσιαστικά.)

Η μανία των τραπεζιτών με τους φόρους, ξεκινάει από την λανθασμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική των τελευταίων δεκαετιών, οι οποίες επιβάλουν το να μεταχειριζόμαστε το χρέος σαν ένα απαραίτητο κόστος των επιχειρήσεων και όχι σαν μια από τις πολλές επιλογές που έχουν για να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους. Το να παίρνει κανείς δάνειο από την τράπεζα για να μεγαλώσει την επιχείρησή του, παρά να βασιστεί σε δικές του δυνάμεις, όπως να βρει χρηματοδότηση από συγγενείς. θεωρείται ο εύκολος τρόπος. Η πολιτική των φτηνών δανείων, το επέτρεπε αυτό μέχρι πρόσφατα. Επιπλέον, η μανία των τραπεζιτών έρχεται και από την φορολογική παραμόρφωση η οποία ήλθε στην πορεία, την επιβολή του αφορολόγητου των τόκων.


Όταν η δουλειά ενός τραπεζίτη είναι να ασχολείται συνεχώς με το πως θα γλυτώσει φόρους μέσα από τον τόκο και τον δανεισμό, σε κάποια φάση θα αρχίσουν να του έρχονται ιδέες πως να κερδίσει βάζοντας χέρι στα κοινά, μέσω αυτού του παιχνιδιού του χρέους και του δανεισμού. Έτσι λοιπόν οι αγοραστές της Ελλάδας δανείζονται με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο για να αγοράσουν την χώρα, ενώ οι ίδιες τράπεζες που τους δανείζουν, δεν δανείζουν την χώρα μας. Και οι αγοραστές συμπεριφέρονται στην διαδικασία αυτή όπως θα έκαναν αν αγόραζαν οποιαδήποτε ακίνητη περιουσία. Ο νικητής είναι εκείνος που θα πάρει το μεγαλύτερο δάνειο, με το να υποσχεθεί τα περισσότερα κέρδη στις τράπεζες με την μορφή τόκου. Το τελευταίο βήμα είναι να καταλυθεί το κράτος, για να μην φορολογηθούν οι τράπεζες για αυτό τους το εισόδημα από το κράτος. Έτσι το σύστημα γίνεται κλειστό και υπάρχει μόνο για να εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα, αποκλείοντας την υπόλοιπη κοινωνία από τον πλούτο. Αυτό είναι η νέα μορφή της “ελεύθερης αγοράς”, η οποία έχει καταντήσει ένα πειρατικό ρεσάλτο και μόνο κατ’ ευφημισμό μπορεί πλέον να την αποκαλεί κανείς έτσι πια.


Το τέλος του καπιταλισμού, η αρχή του τραπεζισμού

Πωλείται σε τιμή ευκαιρίας!
Είναι σαφές πως αυτό το νέο σύστημα το οποίο έχει υποκαταστήσει τον καπιταλισμό, έχει ένα μοναδικό σκοπό: Να προωθήσει τον χρηματοοικονομικό τομέα σε βάρος της υπόλοιπης οικονομίας. Για να το πετύχει αυτό έχει οικειοποιηθεί όλες τις υποδομές της κοινωνίας, εξαγοράζοντας τις σιγά σιγά και διαβρώνοντας τις.

Το χρέος που προκαλείται από το νέο αυτό κλειστό σύστημα και οι τρομερές κοινωνικές επιπτώσεις που προκαλεί, είναι ένα πρόβλημα χωρίς λύση. Τα οικονομικά μας λένε πως ο μόνος τρόπος για ξεφύγει κανείς από την ύφεση και το χρέος είναι να εστιαστεί στην παραγωγή και στην κατανάλωση και όχι το κράτος να στηρίζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο επιτρέπει σε συγκεκριμένους παίκτες να κερδίζουν χρήματα από το χρήμα, με το να αυξάνουν τις τιμές των αγαθών, με την χρήση της δωρεάν ηλεκτρονικής πίστωσης του πληκτρολογίου τους.

Η λιτότητα προκαλεί ανεργία, η οποία με την σειρά της οδηγεί στην μείωση των μισθών και εμποδίζει τους εργαζόμενους από το να συμμετέχουν και αυτοί στην μοιρασιά του επιπλέον πλούτου. Επιτρέπει επίσης στις εταιρίες να αναγκάζουν τους υπαλλήλους τους να δουλεύουν υπερωρίες χωρίς αμοιβή και να δουλεύουν σκληρότερα μόνο και μόνο για να κρατήσουν την δουλειά τους. Παρόλα αυτά, τούτη η μονομερής ανατροπή των εργασιακών σχέσεων δεν οδηγεί στην αύξηση της παραγωγικότητας και του επιπέδου ζωής, όπως μας έλεγε το Αμερικάνικο όνειρο, μισό αιώνα πριν. Η αφαίρεση της ικανοποίησης των εργαζομένων από την δουλειά τους, όπως θα σας έλεγε κάποιος λογικός μάνατζερ, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην πτώση της παραγωγικότητας, σε απείθεια και πιθανώς και σε υπονόμευση των εταιριών, μέσω της εργασίας. Η κίνηση αυτή, μάλλον απώλειες θα προκαλέσει και ένα κύμα αγανάκτησης και αντίθεσης στο νέο αυτό μοντέλο παραγωγής.

Επίσης, οι ολοένα αυξημένες τιμές των ακινήτων, τα οποία απαιτούν ολοένα και μεγαλύτερα στεγαστικά δάνεια για να τα αποκτήσει κανείς, δεν είναι πραγματική ευημερία, αλλά φενάκη. Για την ακρίβεια, η αργή κατάρρευση του νεοφιλελευθερισμού έχει ξεκινήσει από τα ακίνητα. Η μετατροπή της βασικής ανάγκης των ανθρώπων για στέγαση και προστασία από τα στοιχεία της φύσης, σε ένα ακόμα χρηματοπιστωτικό προϊόν, είναι απλά μια τρέλα και προϊόν της εποχής των φτηνών δανείων. Αυτή την στιγμή, υπάρχει τεράστια προσφορά και σχεδόν μηδενική ζήτηση, πράγμα που οδηγεί στην κατάρρευση του τομέα των κατασκευών.

Η σύγκριση της “αληθινής” οικονομίας και της εικονικής οικονομίας του χρηματοπιστωτικού τομέα απαιτεί να χαραχτούν τα όρια ανάμεσα στην επένδυση και την πίστωση που παράγουν κάτι, και στην επένδυση και την πίστωση που δεν παράγουν κάτι. Επίσης θα πρέπει να προβούμε στον ορισμό πως η κερδοσκοπία είναι μια θεσμική και πολιτική δίοδος στα προνόμια, χωρίς να χρειαστεί να πληρωθεί από την μεριά του κερδοσκόπου το κόστος παραγωγής και χωρίς να χρειαστεί να επιστρέψει μέρος του πλούτου του και της διαδικασίας δημιουργίας πλούτου πίσω στην κοινωνία. Είναι η επιτομή της αρπακτικότητας και της απληστίας, καθώς ο κερδοσκόπος κρατάει τα πάντα για τον εαυτό του.

"Πρώτα παίρνουμε το ΤΤ, μετά τον ΟΤΕ,
έπειτα την ΔΕΗ, μετά τα λιμάνια, ύστερα την
ΕΥΔΑΠ, μετα... "
~ Από το χωρίς τέλος σχέδιο
"διάσωσης" της Ελλάδας
Η κλασσική θεωρία της πολιτικής οικονομίας, για όσους την θυμούνται από το σχολείο, μας λέει πως υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα σε εισόδημα που έχει κερδηθεί μέσα από μια δημιουργική διαδικασία και σε αυτό που δεν έχει κερδηθεί. Επίσης μας λέει πως υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στην πραγματική αξία ενός αγαθού (η οποία περιλαμβάνει το κόστος παραγωγής) και στην αγοραία αξία του.

Οι λομπίστες των τραπεζών αρνούνται πως οποιοδήποτε εισόδημα ή κεφαλαιουχικός πλούτος θα μπορούσε ποτέ να θεωρηθεί μη κερδισμένος ή παρασιτικός. Ούτε υπολογίζουν τέτοια θέματα, καθώς τα θεωρούν “ξεπερασμένα” και προϊόν μιας άλλης εποχής. Αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς αυτό το τυφλό σημείο αποτελεί και την ουσία των μετακλασσικών οικονομικών και της θεωρίας του νεοφιλελευθερισμού. Επίσης μας εξηγεί γιατί η Ευρώπη είναι τόσο τσακισμένη οικονομικά, ηθικά και κοινωνικά.

Ο δρόμος που οδήγησε στο Ευρώ το 1999, ενσωμάτωσε στην καρδιά της φιλοσοφίας της Ενωμένης Ευρώπης αυτό το κοντόφθαλμο όραμα για τον κόσμο. Οι κανόνες της συνθήκης του Μάαστριχ γιγαντώνουν μέσα σε μια δεκαετία τον τομέα της εμπορικής τραπεζικής και την αγορά δανείων, με το να εμποδίζουν τις κεντρικές τράπεζες από το να προμηθεύουν τις κυβερνήσεις και την πραγματική οικονομία με πίστωση, σαν εργαλείο ανάπτυξης.

Μετά το Μάαστριχ οι εμπορικές τράπεζες είναι η μοναδική πηγή που μπορεί να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη και τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, που όπως ορίζονται, περιλαμβάνουν επενδύσεις σε υποδομές στον τομέα των μεταφορών, των επικοινωνιών, της ενέργειας και της ύδρευσης.

Η ιδιωτικοποίηση αυτών των βασικών υπηρεσιών εμποδίζει τις κυβερνήσεις της Ευρώπης από το να τις παρέχει δωρεάν ή με επιδότηση. Με την διαδικασία αυτή, οι δρόμοι που έως τώρα χρησιμοποιούσαμε για να επιτρέψουν την μετακίνηση ατόμων και εμπορευμάτων, μετατρέπονται εξ ολοκλήρου σε δρόμους με διόδια. Οι νέοι ιδιοκτήτες τους απαιτούν αντίτιμο για να υπάρχει πρόσβαση σε αυτούς, στερώντας τον γενικό πληθυσμό από το να έχει πρόσβαση στις υποδομές της ίδιας του της χώρας και μετατρέποντας την σε ένα μέρος για λίγους προνομιούχους και επιβάλλοντας στους υπόλοιπους να πεθάνουν. Με παρόμοιο κυνικό τρόπο, η οικονομία μετατρέπεται σε μια αλληλουχία από σταθμούς διοδίων. Όσοι απομείνουν για να συμμετέχουν σε αυτή, θα πληρώνουν το δικαίωμα πρόσβασης στο χρήμα, με την μορφή τόκου στους πιστωτές. Το νταβαντζιλίκι έχει γίνει η βασικότερη πολιτική αυτού του Θαυμαστού Νέου Κόσμου.

Η εκτεταμένη κερδοσκοπία που έχει επικρατήσει καθολικά, η οποία εκμεταλλεύεται την παρεμβολή στις κανονικές διαδικασίες της κοινωνίας, μετατρέπουν τις ιδιωτικοποιημένες οικονομίες σε υψηλού κόστους, πράγμα που τις καθιστά και μη βιώσιμες. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας το αποκαλεί αυτό “δημιουργία πλούτου.” Το ενισχύει αυτό με την φοροαπαλλαγή των τόκων που πληρώνονται στις τράπεζες και στους κατόχους ομολόγων. Αυτό στην πορεία χειροτερεύει το δημοσιονομικό έλλειμμα.

[Θα βρείτε την συνέχεια του άρθρου εδώ]